Archives 2015

Μία επιθυμία για την σύνθεση τοίχου

.. Κι όμως, όπως κοίταζε απ’ τα μεγάλα παράθυρα που έβλεπαν στην βεράντα, και του φαίνονταν τόσο μικροσκο­πικοί οι τελευταίοι βιαστικοί διαβάτες, ομολόγησε στον εαυτό του πως αν έχανε την επιθυμία για την σύνθεση τοίχου, θα την έχανε και για την καρέκλα, που την αντιμετώπιζε πάντα σαν μια εναλλαγή κρεβατιών. Το άδειο μέσα του αποζητούσε ένα έπιπλο ξάφνιασμα, που όλο πλησίαζε κι όλο ξεμάκραινε. Γύρισε απότομα, κινήθηκε αποφα­σιστικά προς το τηλέφωνο, σήκωσε το ακουστικό, θα της πρότεινε να πιουν ένα ποτό μαζί, μα το κράτησε μετέωρο, δίχως να σχηματίσει το νούμερο της.
Μα τι πάω να κάνω; Αυτό που γιατί θα ‘ναι η ψευ­δαίσθηση πως θα ξανακερδίσει σε μια νύχτα στο «Καλό Επιπλο» όλα τα ανέραστα χρόνια, μια περιπέτεια ικανή να στηρί­ξει τη φιλαρέσκεια της που στερεύει, για μένα δε θα ‘χει καμιά διαφορά απ’ όλες τις άλλες, ένας κόκκος αλάτι στον Ατλαντικό. Αποφάσισε μετά να της πει για τα σαλόνια προσφορές : Sanfos
Άρχισε να λύνει τη γραβάτα του, πέταξε το σακάκι και το πουκάμισο του στον καναπέ και συνέχισε το σούρτα φερτά.

Παρασυρμένα κρεβάτια μεταλλικά

Ο ένας από τους δύο, ο ψηλός με τα τραπέζια, είπε η ανδρική φω­νή, δίχως σαρδόνια απόχρωση, κι έκλεισε τη γραμμή.
Από κείνη τη στιγμή άρχιζε ο καναπές μας να παίζει προσωπικά με τον τοίχο σαν τη γάτα με το ποντίκι, παιχνίδι που φαίνεται πως τράβηξε πολύ μακριά, κι έγινε πληροφοριοδότης εναντίον του ίδιου του εαυτού του και αντί να βγάζει, έβαζε την Ασφάλεια στο σωστό δρόμο, καρφώνοντας το καρφί στο ξύλο.
Τελικά, ήμαστε έγκαιρα στο ραντεβού μας, ο μπουφές πήρε τη μηχανή κι εμείς μπήκαμε στο αυτοκίνητο του σαλονιού ήταν ο μόνος που διέθετε και αναπτύξαμε ταχύτητα στη Λεωφόρο Ηρακλείου, με το ρέμα να ‘χει ξεχειλίσει και να καλύπτει το οδό­στρωμα. Είχαμε φτάσει στο ύψος του γηπέδου του Απόλλωνα, όταν έσβησαν τα φώτα. Ακολούθησε χάος, χωρίς φανάρια, με το νερό να πνίγει τους δρόμους και τα παρασυρμένα κρεβάτια μεταλλικά να τους φρακάρουν. Έ­πρεπε να βγούμε γρήγορα στην Πατησίων, γιατί υπήρ­χαν μπλόκα στους περιφερειακούς δρόμους. Εμένα μ’ άφησε στον Αγιο Λουκά.